-
1 диссоциация
1. физ. о διαχωρισμός, η διάσταση, термическая - θερμικός - (με αύξηση της θερμοκρασίας) 2. хим. η διάλυση (των στοιχείων χωρίς χημικό μέσον)Русско-греческий словарь научных и технических терминов > диссоциация
-
2 коррозия
η διάβρωσ/η, η σκωρίασηпредотвращать - ю προλαμβάνω/παρεμποδίζω τη -предотвращать распространение - и προλαμβάνω/παρεμποδίζω την επέκταση της - ηςнеравномерная - (протекающая с разнойскоростью) ανισομερής - (με διαφορετικήταχύτητα)сухая - ξηρά -, στεγνή -Русско-греческий словарь научных и технических терминов > коррозия